Πηγή: Σταύρος Γουναρίδης.
"..Πολύ με βοήθησαν όταν ήμουν φοιτητής στην Αθήνα εις την νομικήν μερικοί απλοί, άρρωστοι άνθρωποι με λέπρα. Είχαν θεραπευθεί, αλλά έμειναν τα σημάδια της αρρώστιας πάνω στο πρόσωπό τους και συνδέθηκα μαζί τους, και πήγαινα κάθε βδομάδα και τους έβλεπα.
Είχε εκεί στο λεπροκομείο μίαν αγία ψυχή, την Βαγγελιώ από την Ήπειρο, από την περιοχή των Ιωαννίνων. Ήταν λεπρή, τυφλή και παράλυτη.
Και έλεγε αυτή η γυναίκα που δεν εχάρηκε τίποτα στη ζωή της ανθρωπίνως, αλλά είχε όλες τις χάρες του Αγίου Πνεύματος μέσα στην καρδιά της. Και μας έλεγε ότι τα βράδια δεν θέλει να έχει ύπνο πολύ. Και τι κάνεις Βαγγελιώ; της είπα. Ε, να παιδάκι μου, μου λέει, σηκώνω τα δύο μου κούτσουρα -δεν είχε δάχτυλα της τα έφαγε η αρρώστια, την τάιζαν οι νοσοκόμες-, σηκώνω τα δυο μου κούτσουρα και προσεύχομαι στην Παναγία μας περισσότερο, για μένα και τους συνανθρώπους μας, πιο πολύ για τους συνανθρώπους μας.
Και λέω τους Χαιρετισμούς. Τους έμαθα απ’ έξω και τους λέω. Πόσες φορές τους λες; Πέντε-έξι φορές, μου λέει. Τους λέω μια φορά, μνημονεύω ονόματα ζωντανών. Ξαναλέω τους Χαιρετισμούς, μνημονεύω ονόματα κεκοιμημένων. Ξαναλέω τους Χαιρετισμούς, μνημονεύω ονόματα αρρώστων. Ξαναλέω τους Χαιρετισμούς, μνημονεύω ονόματα ορφανών και παιδιών χωρισμένων οικογενειών.
Ακούτε άνθρωπο!!!
Της λέω, και πως πας με τον πειρασμό;
Μου λέει, έρχεται ο πειρασμός και ξέρεις τι κάνει; Τί κάνει; της λέω. Όταν είναι χειμώνας και είμαι σκεπασμένη με τα παπλώματα και τις καλές κουβέρτες εδώ του νοσοκομείου μας -στο λοιμωδών νόσων στο Αιγάλεω- βλέπω με τα μάτια της ψυχής μου, αφού τα μάτια αυτά δεν βλέπουν τα σωματικά. Βλέπω τον πειρασμό ολόμαυρο να θέλει να έρθει να με φοβίσει. Δεν φοβάμαι γιατί αγαπώ την Παναγία, μου λέει. Αγαπώ τους Αγίους Αναργύρους και δεν φοβάμαι καθόλου.
Kαι τι κάνει, της λέω, ο πειρασμός; Τραβά τα σκεπάσματα, μου λέει, και τα ρίχνει κάτω στο έδαφος. Στο σώμα μου απάνω δεν μπορεί να αγγίξει, γιατί είναι γεμάτο προσευχές. Και το τελευταίο μου κύτταρο το εγέμισα προσευχή.
Της λέω κι εγώ ο χαζός, ε να φωνάξεις και καμιά νοσοκόμα να σε σκεπάσει να μην κρυώνεις. Όχι, μου λέει, δεν θέλω να ενοχλώ τα κορίτσια, εγώ είμαι γριά …
Ξέρεις, μου λέει, ποιος έρχεται και με σκεπάζει; Ποιος έρχεται; της λέω.
Έρχεται η Παναγία μας, και σκύβει, και πιάνει τα παπλώματα και τις κουβέρτες, και με σκεπάζει σαν καλή Μητέρα ….
ΧΑΙΡΕ ΝΎΜΦΗ ΑΝΥΜΦΕΥΤΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.